ΡΩΤΗΣΤΕ ΜΑΣ
Πόσο κολλητικό είναι ένα φτάρνισμα;
Λέγεται ότι θα πρέπει κανείς να μένει στο σπίτι, όταν είναι κρυωμένος. Είναι, όμως, πράγματι ένα φτάρνισμα τόσο κολλητικό;
Το φτάρνισμα είναι πολύ πιο «κολλητικό» απ’ όσο θα πίστευε κανείς. Αν δεν προλάβουμε να φέρουμε το μαντίλι στη μύτη, τα σταγονίδια που εκτοξεύονται από τη μύτη και το στόμα μας εξαπλώνονται σε μεγάλη απόσταση γύρω μας.
Όταν ο άνθρωπος φταρνίζεται, εκσφενδονίζει στον αέρα γύρω στα 3.000-5.000 μικρά σταγονίδια με ταχύτητα 120 χιλιομέτρων την ώρα – η οποία αντιστοιχεί σε θυελλώδη άνεμο. Σε ελεγχόμενα πειράματα, μετρήθηκαν ταχύτητες φταρνίσματος που έφταναν μέχρι και τα 167 χιλιόμετρα την ώρα.
Για να είναι κολλητικό το φτάρνισμα, απαιτείται, φυσικά, το άτομο να έχει μολυνθεί από κάτι. Αν όντως συμβαίνει αυτό, ο κίνδυνος μετάδοσης είναι πολύ μεγάλος. Κι αυτό, γιατί πολλές ιώσεις και λοιμώξεις από βακτήρια, όπως, π.χ., η γρίπη και το συνάχι, μεταδίδονται μέσω των σταγονιδίων. Τα παιδιά και οι νέοι μπορούν, μάλιστα, να μεταδίδουν την ασθένεια ακόμη και μια εβδομάδα πριν αυτή εκδηλωθεί στους ίδιους.
Από τι αποτελείται ένας άνθρωπος;
Από ποια ακριβώς χημικά στοιχεία αποτελείται ένας άνθρωπος;
Αν θελήσουμε να δούμε μόνο τα θεμελιώδη συστατικά ενός ανθρώπου, θα καταλήξουμε σε μια πολύ απλή χημική σύσταση. Περισσότερο από το 99% του σώματος αποτελείται από μόλις 10 βασικά στοιχεία, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων καταλαμβάνεται, φυσικά, από οξυγόνο και υδρογόνο, υπό μορφήν νερού. Στον άνθρωπο υπάρχει, ακόμη, άνθρακας σε ποσότητα αρκετή για να γεμίσει δυο σακιά κάρβουνο, σίδηρος τόσος όσος χρειάζεται για να γίνουν δύο μεγάλα καρφιά, αλλά και θείο το οποίο αρκεί για πάρα πολλά κουτιά σπίρτα.
Πόσο μεγάλη θα πρέπει να είναι μια διαστημική αποικία;
Αν υποθέσουμε πως κάποια μέρα θα στείλουμε ένα διαστημόπλοιο σε κάποιον άλλο πλανήτη, πόσοι άνθρωποι θα πρέπει να συμμετάσχουν στην αποστολή, για να διασφαλιστεί ικανοποιητική γενετική ποικιλότητα;
Γενετιστές και βιολόγοι έχουν υπολογίσει πόσα άτομα χρειάζονται για τη δημιουργία μιας αποικίας ζώων, ώστε αυτή να παραμείνει βιώσιμη για πάρα πολλά χρόνια. Το στοιχείο αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό κατά τις προσπάθειες διάσωσης απειλούμενων ειδών.
Μια χονδρική εκτίμηση για τα περισσότερα θηλαστικά οδηγεί στο συμπέρασμα ότι απαιτούνται τουλάχιστον 50 άτομα, 25 από το κάθε φύλο. Ο αριθμός αυτός προϋποθέτει, ωστόσο, ότι τα άτομα θα αναπαράγονται τυχαία – και αυτό είναι κάτι που δεν το κάνουν οι άνθρωποι, όπως γνωρίζουμε. Όσο πιο συστηματικό χαρακτήρα αποκτά η αναπαραγωγή, τόσο περισσότερα άτομα χρειάζονται για την αποφυγή της αιμομειξίας.
Κανείς, βέβαια, δεν μπορεί να γνωρίζει πώς θα διαμορφωθούν οι σεξουαλικοί κανόνες σε ένα διαστημόπλοιο που θα οδεύει προς ένα μακρινό πλανήτη. Τα 50 άτομα, ωστόσο, είναι απολύτως απαραίτητα. Και, αν δε στοχεύει κανείς μόνο στην αποφυγή αιμομειξίας, αλλά θέλει να διασφαλίσει και ικανή γενετική ποικιλότητα, χρειάζονται πιθανώς χιλιάδες άνθρωποι. Οπότε, το πιθανότερο είναι πως θα πρέπει να στείλουμε περισσότερα από ένα διαστημόπλοια.
Ποιος Βούδας είναι ο μεγαλύτερος στον κόσμο;
Γιατί φτιάχνουν τα αγάλματα του Βούδα τόσο μεγάλα και ποιο είναι το μεγαλύτερο απ’ όλα;
Η μεγαλύτερη γλυπτή απεικόνιση του Βούδα στον κόσμο έχει μήκος 416 μέτρα και ύψος 68. Ολοκληρώθηκε τον Οκτώβριο του 2004 και βρίσκεται κατά μήκος ενός ποταμού, έξω από την πόλη Γιγιάνγκ της κινεζικής επαρχίας Γιανγκτσί. Η παράδοση της κατασκευής τεράστιων αγαλμάτων του Βούδα προέρχεται, κατά μία άποψη, από την ελληνιστική εποχή, όταν δημιουργήθηκε ένα μείγμα ελληνικής, αιγυπτιακής και μεσανατολικής κουλτούρας, η οποία εξαπλώθηκε από την Ελλάδα ως την Ασία, με την εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Οι βουδιστές οικειοποιήθηκαν, αργότερα, την ιδέα της κατασκευής τεράστιων αγαλμάτων, για να δημιουργήσουν λατρευτικούς χώρους συγκέντρωσης και για την έκφραση της πίστης τους.
Του ισλαμισμού εξαιρουμένου, σε όλες τις θρησκείες παρατηρείται η τάση των πιστών να δημιουργούν απεικονίσεις θεών και ιερών προσώπων και να προσεύχονται σ’ αυτές. Στο βουδισμό, η πρακτική αυτή ξεκίνησε λίγα χρόνια μετά το θάνατο του ιστορικού Βούδα, του Σιντάρτα, προφανώς επειδή ο ίδιος δε θεωρούσε τον εαυτό ούτε καν ιδρυτή θρησκείας, αλλά μάλλον πνευματικό καθοδηγητή των ανθρώπων γύρω του.
Τα πλοία που βυθίζονται παρασύρουν ανθρώπους;
Στις ταινίες βλέπουμε συχνά ότι η θάλασσα μαζί με τα πλοία που βυθίζονται ρουφάει και ανθρώπους. Πρόκειται για αλήθεια ή για μύθο;
Αν ποτέ κανείς βρεθεί στη θάλασσα κοντά σε ένα πλοίο που βυθίζεται, καλά θα κάνει να απομακρυνθεί όσο γίνεται πιο γρήγορα. Καθώς το πλοίο χάνεται κάτω από τα κύματα, το νερό που το περιέβαλλε ξεχύνεται ορμητικά, για να γεμίσει το κενό που δημιουργείται. Ωστόσο, δεν πρόκειται έτσι να βουλιάξει κανείς σε ιδιαίτερα μεγάλο βάθος, επειδή το επιφανειακό νερό δε βυθίζεται, ακόμη κι όταν ρέει από τα πλάγια προς την τρύπα. Υπάρχει, όμως, ένας άλλος μεγάλος κίνδυνος. Τα μεγάλα πλοία περιέχουν μεγάλους θύλακες με αέρα, ο οποίος, καθώς το πλοίο βουλιάζει, ανεβαίνει προς τα πάνω και «αραιώνει» το νερό. Κανονικά, ένας άνθρωπος μπορεί να κρατηθεί στην επιφάνεια με τη βοήθεια της άνωσης, η οποία είναι ανάλογη με την πυκνότητα του νερού. Οι πολλές φυσαλίδες, όμως, μειώνουν πολύ την πυκνότητα του νερού, και γι’ αυτό βυθιζόμαστε. Επιπλέον, μπορεί να αποσπαστούν αντικείμενα από το κατάστρωμα του πλοίου, να ανέβουν στην επιφάνεια με μεγάλη ταχύτητα και να χτυπήσουν τους ανθρώπους που κολυμπούν στο νερό.
Ωστόσο, δε χρειάζεται να απομακρυνθεί κανείς πολύ από το πλοίο, για να είναι ασφαλής. Ο Ολλανδός μηχανικός Reint Dallinga, τεχνικός διευθυντής στο Ολλανδικό Ίδρυμα Ερευνών Ναυσιπλοΐας (MARIN), εκτιμά ότι οι αναταράξεις που δημιουργεί ένα βυθιζόμενο πλοίο μπορούν να παρασύρουν ένα άτομο το οποίο βρίσκεται σε απόσταση που αντιστοιχεί στο μισό του πλάτους του καταστρώματος. Αυτό σημαίνει πως, αν το κατάστρωμα έχει πλάτος 30 μέτρα, η επικίνδυνη ζώνη για ένα ναυαγό που κολυμπάει στη θάλασσα έχει ακτίνα 15 μέτρων από το πλοίο.
Αυτό ισχύει όμως μόνο για μεγάλα πλοία. Σε πειράματα με μικρότερα σκάφη, αποδείχθηκε πως δεν υπάρχει κανένας κίνδυνος.
Πώς λειτουργεί το κρόταλο του κροταλία;
Ο κροταλίας έχει πάρει το όνομά του από το χαρακτηριστικό ήχο. Πώς δημιουργείται αυτός ο ήχος;
Το κρόταλο στην άκρη της ουράς του κροταλία είναι κούφιο και αποτελείται από αρθρωτά τμήματα κερατίνης. Οι δακτύλιοι αυτοί συνδέονται χαλαρά μεταξύ τους και παράγουν έναν κροταλιστό ή σφυριχτό ήχο, όταν το φίδι κουνάει την ουρά του. Οι δακτύλιοι σχηματίζονται κατά διαστήματα, ένας κάθε φορά, όταν το φίδι αλλάζει δέρμα. Σε κάθε έκδυση του φιδιού, το δέρμα στην άκρη της ουράς παραμένει και δημιουργεί έναν καινούργιο αποξηραμένο δακτύλιο. Ύστερα από δύο χρόνια, ένας κροταλίας έχει συνήθως 6-8 δακτυλίους στο κρόταλό του. Το τελευταίο κομμάτι του κροτάλου αποσπάται ανά τακτά διαστήματα, οπότε ένας κροταλίας σπάνια έχει πάνω από 10 δακτυλίους. Ο κροταλιστός ήχος, η ένταση του οποίου μπορεί να φτάσει και τα 80 ντεσιμπέλ, αποτελεί κυρίως σήμα προειδοποίησης προς άλλα ζώα που βρίσκονται κοντά.
Τι συμβαίνει όταν συγκρούονται δύο γαλαξίες;
Έχω ακούσει ότι οι γαλαξίες κάποιες φορές συγκρούονται. Ποιες είναι οι επιπτώσεις μιας τέτοιας σύγκρουσης;
Η ορατή ύλη κάθε γαλαξία –ανάλογα με το είδος και το μέγεθός του– είναι συμπυκνωμένη σε λίγες δεκάδες έως λίγες εκατοντάδες δισεκατομμύρια άστρα, που οι αποστάσεις μεταξύ τους είναι πραγματικά τεράστιες.
Λόγω της πολύ αραιής αστρικής εξάπλωσης, μια γαλαξιακή σύγκρουση δεν έχει τίποτα το κοινό με τις γνωστές συγκρούσεις που παρατηρούμε στη Γη (π.χ., σαν κι αυτήν που συμβαίνει ανάμεσα στις μπίλιες του μπιλιάρδου). Γι’ αυτό, συγκρούσεις μεταξύ μεμονωμένων άστρων δεν παρατηρούνται σχεδόν ποτέ.
Μια γαλαξιακή «σύγκρουση» διαρκεί εκατοντάδες εκατομμύρια χρόνια, κατά τη διάρκεια των οποίων οι δύο γαλαξίες χορεύουν ένα ιδιότυπο ταγκό, καθώς πλησιάζουν, απομακρύνονται και ξαναπροσεγγίζουν ο ένας τον άλλον, υπό την αμοιβαία επίδραση της βαρυτικής τους έλξης. Εκτός από τις εμφανείς παραμορφώσεις στο αρχικό σχήμα των γαλαξιών, μια γαλαξιακή σύγκρουση οδηγεί συχνά στην ολοκληρωτική συγχώνευση των δύο γαλαξιών – φαινόμενο που πολύ εύστοχα αποδόθηκε με τον όρο «γαλαξιακός κανιβαλισμός». Όπως, μάλιστα, πιστεύουν πολλοί αστρονόμοι, οι ελλειπτικοί γαλαξίες δημιουργήθηκαν από τέτοιες γαλαξιακές συγχωνεύσεις. Στην προσπάθειά τους να κατανοήσουν καλύτερα τους μηχανισμούς σχηματισμού των γαλαξιών και τις γαλαξιακές συγκρούσεις, οι επιστήμονες καταφεύγουν συχνά σε προσομοιώσεις σε πανίσχυρους υπολογιστές.
Γιατί έχουν οι άντρες γένια;
Θα με χαροποιούσατε ιδιαίτερα αν μπορούσατε να με διαφωτίσετε γιατί έχουν γένια οι άντρες, αλλά όχι οι γυναίκες. Δεν έχω καταφέρει να βρω ικανοποιητική εξήγηση γι’ αυτό μέχρι τώρα.
Τα γένια συγκαταλέγονται στα λεγόμενα δευτερεύοντα φυλετικά χαρακτηριστικά. Είναι ένα στοιχείο που δεν έχει καμία λειτουργία σε ό,τι αφορά το ζευγάρωμα αυτό καθαυτό ή τις φυσικές διεργασίες που παρατηρούνται κατά την παραγωγή ωαρίων ή σπερματοζωαρίων, αλλά απλώς δείχνει ότι ο ιδιοκτήτης τους ανήκει στο συγκεκριμένο φύλο.
Το φαινόμενο παρατηρείται ευρέως στο ζωικό βασίλειο και μπορεί να λάβει πολλές και διαφορετικές μορφές. Ένα από τα μεγαλύτερα και πιο ποικιλόχρωμα δευτερεύοντα φυλετικά χαρακτηριστικά είναι η τεράστια ουρά του αρσενικού παγονιού. Από μόνη της δεν έχει καμία πρακτική λειτουργία, αλλά, όταν ανοίξει, δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία ότι ο ιδιοκτήτης της είναι γένους αρσενικού.
Ένα δευτερεύον φυλετικό χαρακτηριστικό των αρσενικών προσφέρει επίσης την ευκαιρία στα θηλυκά να κρίνουν τη δύναμη ή την κοινωνική θέση του υποψήφιου ερωτικού συντρόφου τους. Όσο πιο ευδιάκριτο και ανεπτυγμένο είναι το χαρακτηριστικό, τόσο ισχυρότερο είναι το αρσενικό. Μια σεβαστή γενειάδα, λοιπόν, υποδηλώνει ότι πρόκειται για έναν άντρα «σημαντικό», ο οποίος αξίζει το ενδιαφέρον με απώτερο στόχο την αναπαραγωγή.
Η ανάπτυξη των δευτερευόντων φυλετικών χαρακτηριστικών ελέγχεται κατά κύριο λόγο από ορμόνες. Οι γυναίκες δεν έχουν γένια, επειδή δε διαθέτουν τις ορμόνες που απαιτούνται για την ανάπτυξή τους. Έχουν, ωστόσο, πολλά άλλα δευτερεύοντα φυλετικά χαρακτηριστικά, τα οποία δείχνουν ξεκάθαρα στους αρσενικούς ότι έχουν να κάνουν με θηλυκά.
Τι είναι οι ηλιακές κηλίδες;
Στο τηλεσκόπιο βλέπουμε σκοτεινές περιοχές στον Ήλιο. Γνωρίζουμε τι είναι αυτές οι κηλίδες;
Στην επιφάνεια του Ήλιου, η θερμοκρασία ανέρχεται στους 5.800 βαθμούς περίπου. Οι ηλιακές κηλίδες είναι κάποιες περιοχές με θερμοκρασία σχετικά χαμηλότερη. Γι’ αυτό και φαίνονται πιο σκοτεινές.
Όσο ανεβαίνουμε προς την επιφάνεια του Ήλιου, η ενέργεια που απελευθερώνεται στο εσωτερικό του παύει να διαδίδεται μέσω της ακτινοβολίας ή της διάχυσης και αρχίζει να θυμίζει καζάνι που βράζει. Στο τελευταίο 20% της ακτίνας του, η ενέργεια αυτή αναδύεται προς την επιφάνεια με τη βοήθεια αέριων φυσαλίδων, που, αφού «απελευθερώσουν» τη θερμότητά τους, ξαναβυθίζονται στη συνέχεια ψυχρότερες. Οι ηλιακές κηλίδες δεν είναι παρά περιοχές οι οποίες, για μικρό χρονικό διάστημα, εμπεριέχουν ένα μαγνητικό πεδίο τόσο ισχυρό, που παρεμποδίζει τις αέριες φυσαλίδες να αναδυθούν μεταφέροντας θερμότητα στην επιφάνεια. Σε αυτές τις περιοχές, που συνήθως εμφανίζονται ανά ζεύγη ή ομάδες διαφορετικής πολικότητας, οι δυναμικές γραμμές του ισχυρότατου μαγνητικού πεδίου που εμπεριέχουν «διαπερνούν» την επιφάνεια του Ήλιου. Επειδή, όμως, ο Ήλιος δεν περιστρέφεται σαν ένα συμπαγές σώμα (στον ισημερινό του ο χρόνος περιστροφής είναι 25 μερόνυχτα, ενώ στους πόλους 35), οι δυναμικές γραμμές σε αυτές τις περιοχές αρχίζουν να «τυλίγονται» γύρω από τον εαυτό τους. Καθώς η μαγνητική ενέργεια συνεχίζει να συσσωρεύεται, μπορεί ξαφνικά να απελευθερωθεί βίαια, σχηματίζοντας γιγάντιες ηλιακές εκλάμψεις.
Η έντονη ηλιακή δραστηριότητα αυξάνεται και μειώνεται ακολουθώντας τον 11ετή Ηλιακό κύκλο, που επηρεάζει, απ’ ό,τι φαίνεται, τον καιρό και το κλίμα του πλανήτη μας. Ο μηχανισμός σχηματισμού ηλιακών κηλίδων και εκλάμψεων αλλά και η αλληλεπίδραση Ήλιου και Γης δεν έχουν ακόμη κατανοηθεί πλήρως.
Γιατί δε βλέπουμε καθαρά μέσα στο νερό;
Όταν είμαστε μέσα στο νερό, τα βλέπουμε όλα πιο θολά. Γιατί τότε δε λειτουργεί εξίσου καλά η όρασή μας;
Το ανθρώπινο μάτι είναι προσαρμοσμένο για να βλέπει στον αέρα. Όταν το φως πέφτει στο μάτι, ο κερατοειδής χιτώνας ξεκινά την πρώτη φάση στη διαδικασία της εστίασης. Κατόπιν το φως διέρχεται μέσα από τον κρυσταλλοειδή φακό, ο οποίος ολοκληρώνει τη σύγκλιση των φωτεινών ακτίνων. Κάτω από το νερό, όμως, το φως διαθλάται διαφορετικά και ο κερατοειδής, που είναι προσαρμοσμένος να λειτουργεί στον αέρα, δεν είναι σε θέση να συμβάλει στην εστίασή του. Έτσι, επειδή η λειτουργία αυτή εκτελείται αποκλειστικά από το φακό, το φως δεν εστιάζεται σωστά, με αποτέλεσμα να βλέπουμε θολά.
Νέες έρευνες δείχνουν, ωστόσο, πως είναι εφικτή η εκπαίδευση του ματιού μας, ώστε να βλέπει καλύτερα μέσα στο νερό. Τα μέλη της φυλής Moken, που ζουν σαν νομάδες της θάλασσας στη νοτιοανατολική Ασία, βλέπουν αισθητά καλύτερα μέσα στο νερό σε σχέση με το μέσο όρο των ανθρώπων. Η διαφορά δεν είναι γενετική, όπως ίσως θα πίστευε κανείς, αλλά οφείλεται στην εξάσκηση. Οι Moken είναι γνωστοί για τις καταδυτικές τους ικανότητες. Επιδίδονται σε καταδύσεις καθημερινά από πολύ μικρή ηλικία, κι έτσι έχουν εξασκήσει τα μάτια τους να βλέπουν καλά σε αυτές τις συνθήκες. Η Σουηδέζα ερευνήτρια Anna Gislen υπολόγισε ότι τα παιδιά της φυλής Moken βλέπουν περίπου τρεις φορές καλύτερα μέσα στο νερό απ’ ό,τι τα παιδιά στη Σουηδία. Ωστόσο, ύστερα από εντατική εκπαίδευση ενός μήνα, η υποβρύχια όραση μιας ομάδας παιδιών από τη Σουηδία βελτιώθηκε σημαντικά.